Είπε κάποιος στον Αρίστιππο ότι η Λαΐδα δεν τον αγαπά, αλλά προσποιείται ότι τον αγαπά. Ο Αρίστιππος απάντησε:
«Ούτε το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω».
Είπε κάποιος στον Διογένη:
«Οι συμπολίτες σου σε καταδίκασαν σε εξορία».
Και ο φιλόσοφος απάντησε:
«Κι εγώ τους καταδίκασα να μένουν στον τόπο τους».
Παρακινούσαν το Φίλιππο της Μακεδονίας να εξορίσει κάποιον που τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε:
«Δεν είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’άλλα μέρη;»
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε:
«Δεν σου ανταποδίδω τις βρισιές, αλλά θα ήθελα να πω ένα «μπράβο» στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».
Επαινούσαν μερικοί μπροστά στον Άγη τους Ηλείους, γιατί ήταν πολύ δίκαιοι κριτές στους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο Άγης ρώτησε με απορία:
-«Και είναι τόσο σπουδαίο το ότι οι Ηλείοι μια φορά στα τέσσερα χρόνια γίνονται δίκαιοι;»
Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιάς κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει. Ξέρει ο Διογένης ότι ο Διδύμων είναι τύπος ερωτίλος, κοινώς γυναικάς. Και του λέγει «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, φθείρεις την κόρην»
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του. Ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό.
-«Με τόσαχρήματα», είπε, «θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο».
-«Αγόρασε», είπε ο Αρίστιππος, «κι έτσι θα έχεις δύο».
Ρώτησε κάποιος τον Ανάχαρση ποια πλοία θεωρεί πιο ασφαλή. Εκείνος απάντησε:
«Τα τραβηγμένα στη στεριά».
Ρωτήθηκε ο Σιμωνίδης;
«Τι είναι πιο απαραίτητο, ο πλούτος ή η σοφία;».
Ο Σιμωνίδης απάντησε:«Δεν ξέρω. Ωστόσο βλέπω τους σοφούς να συχνάζουν στις θύρες των πλουσίων». (κι όχι το αντίθετο)
Ένας φλύαρος κουρέας ρώτησε τον Αρχέλαο, βασιλιά της Μακεδονιάς:
«Πώς θέλεις να σε κουρέψω;».
Ο Αρχέλαος απάντησε:«Σιωπηλός!».
(πηγή: Αρχαία Ελλληνικά Ανέκδοτα - Εκδόσες Σαββάλα)
«Ούτε το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω».
Είπε κάποιος στον Διογένη:
«Οι συμπολίτες σου σε καταδίκασαν σε εξορία».
Και ο φιλόσοφος απάντησε:
«Κι εγώ τους καταδίκασα να μένουν στον τόπο τους».
Παρακινούσαν το Φίλιππο της Μακεδονίας να εξορίσει κάποιον που τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε:
«Δεν είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’άλλα μέρη;»
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν. Ο φιλόσοφος απάντησε: «Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε:
«Δεν σου ανταποδίδω τις βρισιές, αλλά θα ήθελα να πω ένα «μπράβο» στις τρίχες σου, γιατί απαλλάχτηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».
Επαινούσαν μερικοί μπροστά στον Άγη τους Ηλείους, γιατί ήταν πολύ δίκαιοι κριτές στους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο Άγης ρώτησε με απορία:
-«Και είναι τόσο σπουδαίο το ότι οι Ηλείοι μια φορά στα τέσσερα χρόνια γίνονται δίκαιοι;»
Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιάς κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει. Ξέρει ο Διογένης ότι ο Διδύμων είναι τύπος ερωτίλος, κοινώς γυναικάς. Και του λέγει «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, φθείρεις την κόρην»
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του. Ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό.
-«Με τόσαχρήματα», είπε, «θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο».
-«Αγόρασε», είπε ο Αρίστιππος, «κι έτσι θα έχεις δύο».
Ρώτησε κάποιος τον Ανάχαρση ποια πλοία θεωρεί πιο ασφαλή. Εκείνος απάντησε:
«Τα τραβηγμένα στη στεριά».
Ρωτήθηκε ο Σιμωνίδης;
«Τι είναι πιο απαραίτητο, ο πλούτος ή η σοφία;».
Ο Σιμωνίδης απάντησε:«Δεν ξέρω. Ωστόσο βλέπω τους σοφούς να συχνάζουν στις θύρες των πλουσίων». (κι όχι το αντίθετο)
Ένας φλύαρος κουρέας ρώτησε τον Αρχέλαο, βασιλιά της Μακεδονιάς:
«Πώς θέλεις να σε κουρέψω;».
Ο Αρχέλαος απάντησε:«Σιωπηλός!».
(πηγή: Αρχαία Ελλληνικά Ανέκδοτα - Εκδόσες Σαββάλα)