H ιστορία της Audi είναι, λίγο-πολύ, γνωστή. Με παρουσία στο χώρο από τα χρόνια πριν τον πόλεμο, ανήκε στον όμιλο της Auto Union.
Μεταπολεμικά, από την Auto Union επιβίωσε μόνο το brand της DKW, με τα θρυλικά δίχρονα μοντέλα της. Τα πρώτα τέτοια αυτοκίνητα, στις αρχές της δεκαετίας του '50, πρέπει να ήρθαν στη χώρα μας από την επιχείρηση του Έλμουτ Σέφελ, όμως προς τα μέσα της δεκαετίας την αντιπροσωπεία ανέλαβε η "Ραδιοφωνική Ένωσις της Ελλάδος Α.Ε.".
Το κύριο μοντέλο εκείνη την εποχή ήταν το "3=6" στους 6 φορολογήσιμους ίππους.
Mέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '50, η DKW θα έχει περάσει υπό τον έλεγχο της Mercedes-Benz οπότε και την αντιπροσωπεία στη χώρα μας θα αναλάβει η "Μ.Κ. Φωστηρόπουλος Α.Ε.Ε". Οι Φωστηρόπουλοι ήταν εισαγωγείς της Mercedes στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του '30 αλλά το όνομα είναι γνωστό και από τη ΒΙΑΜΑΞ Α.Ε (Βιομηχανία Αμαξωμάτων) που ίδρυσε ο Μιχάλης Κ. Φωστηρόπουλος το 1956.
Τότε η DKW διέθετε το "1000", μια αναβαθμισμένη έκδοση του "3=6" με μεγαλύτερο κινητήρα και το νέο δίχρονο "Junior" ένα επίσης μικρό δίπορτο, αλλά με σύγχρονη σχεδίαση, μοντέλο.
Το όνομα της Audi θα έρθει ξανά στην προσκήνιο όταν, στα μέσα της δεκαετίας του '60, η DKW θα περάσει στη Volkswagen. Εν τω μεταξύ, είχε παρουσιαστεί (το 1963) το DKW F-102 που αντικατέστησε τα ξεπερασμένα "1000" & "1000 S". Παρά το γεγονός ότι ήταν ένα σύγχρονο εμφανισιακά αυτοκίνητο, εξακολουθούσε να κινείται από έναν δίχρονο κινητήρα σε μια εποχή που το αγοραστικό κοινό είχε αρχίσει να απομακρύνεται από τέτοιες επιλογές. Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις του παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα.
Η Volkswagen θέλησε να περάσει η εταιρία στους τετράχρονους κινητήρες. Έτσι, στα τέλη του 1965 παρουσίασε ένα νέο μοντέλο, με βάση το F-102, αλλά με βελτιωμένη σχεδίαση και βέβαια, τετράχρονους κινητήρες . Αυτό ήταν και το πρώτο σύγχρονο Audi, εφόσον το όνομα της Auto Union/DKW καταργήθηκε.
Αρχικά, λανσαρίστηκε απλά ως "Αudi" στα 1695 κ.εκ. και εξακολουθούσε να το φέρνει η "Μ.Κ. Φωστηρόπουλος".
Λίγο αργότερα, εμπλουτίστηκε με μια σειρά από κινητήρες διαφορετικού κυβισμού και ιπποδύναμης. Έτσι, ήδη στα τέλη του 1966 ήταν διαθέσιμο και στη χώρα μας ως Audi "72", "80" & "90" με κλασικό αμάξωμα και variant (station wagon). Θα ακολουθήσει και η μικρότερη έκδοση "60", με κινητήρα 1.496 κ.εκ.
Όταν η VW εξαγόρασε την NSU το 1969 και τη συγχώνευσε με την Audi, τότε άλλαξε και η αντιπροσωπεία της δεύτερης στη χώρα μας.
Με την επωνυμία "Αudi-NSU" πλέον, τα αυτοκίνητα και των δύο εταιριών έφερνε στη χώρα μας η "Aλεξ. Μανιατόπουλος-Γ. Βαγιωνής & Σια Α.Ε.", αντιπροσωπεία των NSU ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '60. Οι Μανιατόπουλος & Βαγιωνής ήταν οι ιδρυτές της MAVA A.E. που μετά από αρκετά χρόνια θα αναλάβει στη χώρα μας τα Renault.
H NSU ήταν μια γερμανική εταιρία κατασκευής μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων. Η ιστορία τους πάει πίσω, στις αρχές του 20 ου αιώνα.
Μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο συνέχισε τη κατασκευή μοτοσυκλετών (από το 1946), όμως έπρεπε να φτάσει το 1957 για να επιστρέψει στο χώρο του αυτοκινήτου. Πρώτο μοντέλο το Prinz, ένα μικρό δίπορτο αυτοκινητάκι 600 κυβικών.
Το 1961 παρουσιάστηκε το Prinz4, πάλι με τον αερόψυκτο κινητήρα 600 κ.εκ. τοποθετημένο πίσω (όπως και στη πρώτη γενιά). Απέδιδε 30 ίππους και το αμάξωμα των 3.44 μέτρων ζύγιζε μόλις 565 κιλά! Το ίδιο μοτέρ φόραγε και το Sport Prinz Coupe που είχε παρουσιαστεί λίγο νωρίτερα, το 1960.
Το 1963 η NSU παρουσιάζει, το "1000" με κινητήρα 996 κ.εκ. απόδοσης 40 ίππων και μεγαλύτερο αμάξωμα από το Prinz4. Το 1964 παρουσίασε το Prinz Spider, την ανοικτή έκδοση του coupe, με κινητήρα Wankel.
To 1965 κάνουν την εμφάνισή τους τα Prinz 1000 TT και από το 1967 τα 1200 ΤΤ. Αυτό είχε μοτέρ 1.172 κ.εκ. απόδοσης 64 ίππων και 2 μονά καρμπυρατέρ. Όμως υπήρξε και η έκδοση TTS με το μικρότερο μοτέρ των 996 κ.εκ. και απόδοση 70 ίππων, χαρίζοντας εξαιρετικές επιδόσεις για το κυβισμό του, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι ζύγιζε μόλις 700 κιλά. Αυτές οι εκδόσεις υπήρξαν μια πολύ καλή βάση για συμμετοχή σε αγώνες αυτοκινήτου. Σε συνδυασμό με το καλό στήσιμο που διέθεταν στο δρόμο, τα ΤΤ & ΤΤS διακρίθηκαν στις πίστες τις δεκαετίες του '60 και '70, σε Ελλάδα και εξωτερικό. Το 1965 η NSU παρουσίασε και το Typ110. Βασιζόταν στο "1000", όμως διέθετε μεγαλύτερες διαστάσεις (4μ. αμάξωμα) και πιο σύγχρονη εμφάνιση. Ο κινητήρας ήταν 1.085 κ.εκ. και εξακολουθούσε να βρίσκεται τοποθετημένος πίσω, ενώ το αμάξωμα ήταν αποκλειστικά 2πορτο. Από το 1967 το Typ110 ήταν διαθέσιμο με μοτέρ 1.200 κ.εκ. (1.177) απόδοσης 55 ίππων και έφερε την ονομασία "1200C".
Επιπλέον, το 1972 είχε παρουσιαστεί το μικρότερο "80" με κινητήρες 1.300 & 1.600 κ.εκ. Από το 1974 υπήρχε και το μικρό 3θυρο Audi "50", που αποτέλεσε τη βάση για τη πρώτη γενιά Polo της VW (1975).
Το 1977, όταν ανέλαβε η Kosmocar, η εταιρία διέθετε το ανανεωμένο "80" που είχε παρουσιαστεί το φθινόπωρο του '76 και το νέο "100" στη 2η γενιά του, που είχε παρουσιαστεί επίσης το 1976. Ο βασικός κινητήρας του ήταν στα 1.600 κ.εκ. Εκείνη τη χρονιά ('77) οι πωλήσεις της Audi στην Ελλάδα, ανήλθαν σε 1.398 μονάδες με μερίδιο αγοράς 1.4%.
Τα επόμενα χρόνια το πλέον εμπορικό μοντέλο θα αποτελεί σταθερά το πιο προσιτό "80". Στη 2η γενιά του (1978) θα είναι σημαντικά αναβαθμισμένο σε όλους τους τομείς, με αυξημένες διαστάσεις, όμως ο βασικός κινητήρας θα εξακολουθεί να είναι στα 1.300 κ.εκ. κάτι που αποτελούσε πλεονέκτημα στην ελληνική αγορά. Η καλύτερη χρονιά για την Audi κατά τη δεκαετία του '80, στη χώρα μας, ήταν το 1985. Πέτυχε 2.786 πωλήσεις και μερίδιο 3.5%. Στα τέλη του 1986 θα παρουσιαστεί η 3η γενιά του "80" με βασικό κινητήρα στα 1.600 κ.εκ πλέον, με ιδιαίτερα ελκυστική γραμμή και αεροδυναμικό σχεδιασμό για εκείνη την εποχή.
Σήμερα την αντιπροσωπεία Audi εξακολουθεί να έχει η Kosmocar A.E. με τη γερμανική εταιρία να διαθέτει μια καλή παρουσία στην αγορά τα τελευταία χρόνια, έχοντας διευρύνει σημαντικά τη γκάμα της.
Μεταπολεμικά, από την Auto Union επιβίωσε μόνο το brand της DKW, με τα θρυλικά δίχρονα μοντέλα της. Τα πρώτα τέτοια αυτοκίνητα, στις αρχές της δεκαετίας του '50, πρέπει να ήρθαν στη χώρα μας από την επιχείρηση του Έλμουτ Σέφελ, όμως προς τα μέσα της δεκαετίας την αντιπροσωπεία ανέλαβε η "Ραδιοφωνική Ένωσις της Ελλάδος Α.Ε.".
Το κύριο μοντέλο εκείνη την εποχή ήταν το "3=6" στους 6 φορολογήσιμους ίππους.
Mέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '50, η DKW θα έχει περάσει υπό τον έλεγχο της Mercedes-Benz οπότε και την αντιπροσωπεία στη χώρα μας θα αναλάβει η "Μ.Κ. Φωστηρόπουλος Α.Ε.Ε". Οι Φωστηρόπουλοι ήταν εισαγωγείς της Mercedes στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του '30 αλλά το όνομα είναι γνωστό και από τη ΒΙΑΜΑΞ Α.Ε (Βιομηχανία Αμαξωμάτων) που ίδρυσε ο Μιχάλης Κ. Φωστηρόπουλος το 1956.
Τότε η DKW διέθετε το "1000", μια αναβαθμισμένη έκδοση του "3=6" με μεγαλύτερο κινητήρα και το νέο δίχρονο "Junior" ένα επίσης μικρό δίπορτο, αλλά με σύγχρονη σχεδίαση, μοντέλο.
Το όνομα της Audi θα έρθει ξανά στην προσκήνιο όταν, στα μέσα της δεκαετίας του '60, η DKW θα περάσει στη Volkswagen. Εν τω μεταξύ, είχε παρουσιαστεί (το 1963) το DKW F-102 που αντικατέστησε τα ξεπερασμένα "1000" & "1000 S". Παρά το γεγονός ότι ήταν ένα σύγχρονο εμφανισιακά αυτοκίνητο, εξακολουθούσε να κινείται από έναν δίχρονο κινητήρα σε μια εποχή που το αγοραστικό κοινό είχε αρχίσει να απομακρύνεται από τέτοιες επιλογές. Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις του παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα.
Η Volkswagen θέλησε να περάσει η εταιρία στους τετράχρονους κινητήρες. Έτσι, στα τέλη του 1965 παρουσίασε ένα νέο μοντέλο, με βάση το F-102, αλλά με βελτιωμένη σχεδίαση και βέβαια, τετράχρονους κινητήρες . Αυτό ήταν και το πρώτο σύγχρονο Audi, εφόσον το όνομα της Auto Union/DKW καταργήθηκε.
Αρχικά, λανσαρίστηκε απλά ως "Αudi" στα 1695 κ.εκ. και εξακολουθούσε να το φέρνει η "Μ.Κ. Φωστηρόπουλος".
Λίγο αργότερα, εμπλουτίστηκε με μια σειρά από κινητήρες διαφορετικού κυβισμού και ιπποδύναμης. Έτσι, ήδη στα τέλη του 1966 ήταν διαθέσιμο και στη χώρα μας ως Audi "72", "80" & "90" με κλασικό αμάξωμα και variant (station wagon). Θα ακολουθήσει και η μικρότερη έκδοση "60", με κινητήρα 1.496 κ.εκ.
To πρώτο μεταπολεμικό Audi (F-103), εδώ στην έκδοση "60"
Με την επωνυμία "Αudi-NSU" πλέον, τα αυτοκίνητα και των δύο εταιριών έφερνε στη χώρα μας η "Aλεξ. Μανιατόπουλος-Γ. Βαγιωνής & Σια Α.Ε.", αντιπροσωπεία των NSU ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '60. Οι Μανιατόπουλος & Βαγιωνής ήταν οι ιδρυτές της MAVA A.E. που μετά από αρκετά χρόνια θα αναλάβει στη χώρα μας τα Renault.
H NSU ήταν μια γερμανική εταιρία κατασκευής μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων. Η ιστορία τους πάει πίσω, στις αρχές του 20 ου αιώνα.
Μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο συνέχισε τη κατασκευή μοτοσυκλετών (από το 1946), όμως έπρεπε να φτάσει το 1957 για να επιστρέψει στο χώρο του αυτοκινήτου. Πρώτο μοντέλο το Prinz, ένα μικρό δίπορτο αυτοκινητάκι 600 κυβικών.
Το 1961 παρουσιάστηκε το Prinz4, πάλι με τον αερόψυκτο κινητήρα 600 κ.εκ. τοποθετημένο πίσω (όπως και στη πρώτη γενιά). Απέδιδε 30 ίππους και το αμάξωμα των 3.44 μέτρων ζύγιζε μόλις 565 κιλά! Το ίδιο μοτέρ φόραγε και το Sport Prinz Coupe που είχε παρουσιαστεί λίγο νωρίτερα, το 1960.
Το 1963 η NSU παρουσιάζει, το "1000" με κινητήρα 996 κ.εκ. απόδοσης 40 ίππων και μεγαλύτερο αμάξωμα από το Prinz4. Το 1964 παρουσίασε το Prinz Spider, την ανοικτή έκδοση του coupe, με κινητήρα Wankel.
To 1965 κάνουν την εμφάνισή τους τα Prinz 1000 TT και από το 1967 τα 1200 ΤΤ. Αυτό είχε μοτέρ 1.172 κ.εκ. απόδοσης 64 ίππων και 2 μονά καρμπυρατέρ. Όμως υπήρξε και η έκδοση TTS με το μικρότερο μοτέρ των 996 κ.εκ. και απόδοση 70 ίππων, χαρίζοντας εξαιρετικές επιδόσεις για το κυβισμό του, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε ότι ζύγιζε μόλις 700 κιλά. Αυτές οι εκδόσεις υπήρξαν μια πολύ καλή βάση για συμμετοχή σε αγώνες αυτοκινήτου. Σε συνδυασμό με το καλό στήσιμο που διέθεταν στο δρόμο, τα ΤΤ & ΤΤS διακρίθηκαν στις πίστες τις δεκαετίες του '60 και '70, σε Ελλάδα και εξωτερικό. Το 1965 η NSU παρουσίασε και το Typ110. Βασιζόταν στο "1000", όμως διέθετε μεγαλύτερες διαστάσεις (4μ. αμάξωμα) και πιο σύγχρονη εμφάνιση. Ο κινητήρας ήταν 1.085 κ.εκ. και εξακολουθούσε να βρίσκεται τοποθετημένος πίσω, ενώ το αμάξωμα ήταν αποκλειστικά 2πορτο. Από το 1967 το Typ110 ήταν διαθέσιμο με μοτέρ 1.200 κ.εκ. (1.177) απόδοσης 55 ίππων και έφερε την ονομασία "1200C".
Έκθεση της NSU στην Αθήνα.
Oι πωλήσεις της NSU ήταν ικανοποιητικές στη χώρα μας ιδιαίτερα στο διάστημα από τα μέσα της δεκαετίας του '60 έως τις αρχές της δεκαετίας του '70. Τελευταία καλή χρονιά από άποψη πωλήσεων ήταν το 1972.
Το 1967 είχε σταματήσει η παραγωγή των coupe & spider. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, παρουσιάστηκε το NSU Ro80.
Ήταν ένα μεγάλο τετράπορτο αυτοκίνητο μήκους 4.78 μέτρων με ιδιαίτερα αεροδυναμική σχεδίαση . Ο κινητήρας ήταν Wankel 1 λίτρου (δύο ρότορες των 497.5 κ.εκ.) απόδοσης 115 ίππων. Επίσης διέθετε ανεξάρτητη ανάρτηση και στους 4 τροχούς, τέσσερα δισκόφρενα και ημι-αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων 3 σχέσεων. . Το Ro80, υπέφερε από προβλήματα αξιοπιστίας του κινητήρα και έβλαψε τη φήμη της εταιρίας. Παρ'όλα αυτά έμεινε στη παραγωγή μέχρι το 1977, οπότε και η NSU σταμάτησε να παράγει αυτοκίνητα. Στην Ελλάδα ελάχιστα Ro80 κυκλοφόρησαν, με δεδομένο ότι επρόκειτο για ένα πολύ ακριβό αυτοκίνητο. Ιδιοκτήτρια ενός τέτοιου μοντέλου στη χώρα μας, ήταν η ηθοποιός Χριστίνα Σύλβα.
Η "Μανατόπουλος-Βαγιωνής" διατήρησε την αντιπροσωπία ως το τέλος, ενώ όλα τα μικρά μοντέλα της εταιρίας είχαν καταργηθεί ως το 1973.
Από 1 Ιανουαρίου 1977 την Audi θα εκπροσωπεί στη χώρα μας η "Kosmocar" η οποία ήδη είχε αναλάβει την αντιπροσωπεία της Volkswagen από τις αρχές της δεκαετίας του '70.
Έως τότε η εταιρία στη χώρα μας θα γνώριζε επιτυχία κυρίως με τη 1η γενιά του Audi "100", που είχε παρουσιαστεί το 1968. Το μεγάλο τετράπορτο οικογενειακό, με τον κινητήρα των 1.800 κ.εκ., ήταν ένα από τα πλέον επιτυχημένα μοντέλα της κατηγορίας του στην εγχώρια αγορά (αργότερα ανανεώθηκε και απέκτησε και κινητήρα 1.600 κ.εκ.).
Το Audi 100 1ης γενιάς, (1968-1976) ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένο στη χώρα μας.
Επιπλέον, το 1972 είχε παρουσιαστεί το μικρότερο "80" με κινητήρες 1.300 & 1.600 κ.εκ. Από το 1974 υπήρχε και το μικρό 3θυρο Audi "50", που αποτέλεσε τη βάση για τη πρώτη γενιά Polo της VW (1975).
Το 1977, όταν ανέλαβε η Kosmocar, η εταιρία διέθετε το ανανεωμένο "80" που είχε παρουσιαστεί το φθινόπωρο του '76 και το νέο "100" στη 2η γενιά του, που είχε παρουσιαστεί επίσης το 1976. Ο βασικός κινητήρας του ήταν στα 1.600 κ.εκ. Εκείνη τη χρονιά ('77) οι πωλήσεις της Audi στην Ελλάδα, ανήλθαν σε 1.398 μονάδες με μερίδιο αγοράς 1.4%.
Τα επόμενα χρόνια το πλέον εμπορικό μοντέλο θα αποτελεί σταθερά το πιο προσιτό "80". Στη 2η γενιά του (1978) θα είναι σημαντικά αναβαθμισμένο σε όλους τους τομείς, με αυξημένες διαστάσεις, όμως ο βασικός κινητήρας θα εξακολουθεί να είναι στα 1.300 κ.εκ. κάτι που αποτελούσε πλεονέκτημα στην ελληνική αγορά. Η καλύτερη χρονιά για την Audi κατά τη δεκαετία του '80, στη χώρα μας, ήταν το 1985. Πέτυχε 2.786 πωλήσεις και μερίδιο 3.5%. Στα τέλη του 1986 θα παρουσιαστεί η 3η γενιά του "80" με βασικό κινητήρα στα 1.600 κ.εκ πλέον, με ιδιαίτερα ελκυστική γραμμή και αεροδυναμικό σχεδιασμό για εκείνη την εποχή.
Σήμερα την αντιπροσωπεία Audi εξακολουθεί να έχει η Kosmocar A.E. με τη γερμανική εταιρία να διαθέτει μια καλή παρουσία στην αγορά τα τελευταία χρόνια, έχοντας διευρύνει σημαντικά τη γκάμα της.
Η NSU απευθυνόταν σε όσους ήθελαν ένα προσιτό και οικονομικό αυτοκίνητο αλλά και στους ανήσυχους οδηγούς των 60s & 70s, χάρη στα TT & TTS (φωτό).
To 1985 η Audi πέτυχε ποσοστό 3.5% στην ελληνική αγορά. Εμπορικότερο μοντέλο το "80 CC" (φωτό) με βασικό κινητήρα στα 1.300 κ.εκ. (διαθέσιμο και στα 1.600 κ.εκ.). Εκείνη την εποχή εισάγονταν ακόμα τα "100 CC" και "Coupe" στα 1.800 κ.εκ.
Billy.
(έρευνα Billy)
(photos αρχείο Billy Files)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου