Σελίδες

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Ουρανοξύστες στην Αθήνα: Ένα απόλυτο νεοελληνικό ταμπού

Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά αλλά και ανεξήγητα «ταμπού» αυτού που ονομάζουμε γενικά «νεοελληνική πραγματικότητα» σχετίζεται και με την μέχρις εμμονής απαγόρευση ανέγερσης ψηλών κτιρίων και κατασκευών στις Ελληνικές πόλεις.

Αν κάποιος επιχειρήσει να αναλύσει λογικά το θέμα, θα καταλήξει στην εξής αντίφαση: Από τη μία, παρά το υπάρχον αυστηρό (υποτίθεται) νομοθετικό πλαίσιο, κατά περίεργο τρόπο δάση και αιγιαλοί καταπατούνται και κακοχτισμένα αυθαίρετα κατασκευάζονται και νομιμοποιούνται. Από την άλλη, η θεσμική αυστηρότητα της πολιτείας, αλλά και η περιβαλλοντική ευαισθησία των κατά τόπους «περιοίκων» εξαντλείται επιλεκτικά και με απόλυτο τρόπο μόνο στο θέμα του ύψους των κτισμάτων με τελικό αποτέλεσμα στις μεγάλες Ελληνικές πόλεις να επιτρέπονται σχεδόν κάθε είδους αυθαιρεσίες αρκεί να μην υπερβαίνουν ένα ορισμένο ύψος.

Η απάντηση στο γιατί ισχύει ένα τόσο απόλυτο καθεστώς, τουλάχιστον όσον αφορά την Αθήνα σίγουρα δεν είναι απλή και από τα όσα έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς, φαίνεται να σχετίζεται με τρία σημεία επιχειρηματολογίας:
Στις μεγάλες Ελληνικές πόλεις επιτρέπονται σχεδόν κάθε είδους αυθαιρεσίες αρκεί να μην υπερβαίνουν ένα ορισμένο ύψος

Πρώτον, σχετίζεται με την παρουσία του ιερού βράχου της Ακρόπολης (ύψος 150μ από την επιφάνεια της θάλασσας) όπου υπάρχει η κοινή παραδοχή (και δικαιολογημένη) ότι οτιδήποτε άλλο συγκρίσιμου ύψους στην «περιοχή της» θα κατέστρεφε τις αναλογίες του κλασικού Αττικού τοπίου το οποίο έμεινε λένε- αναλλοίωτο από τα χρόνια της αρχαιότητας. Μια παραλλαγή του επιχειρήματος αυτού αναφέρεται και στις λεγόμενες «κλίμακες του «Αττικού τοπίου» οι οποίες περιλαμβάνουν και τους επτά λόφους της Αθήνας και οι οποίες σύμφωνα με τους πολέμιους των ψηλών κτιρίων θα διαταρασσόταν εάν επιτρεπόταν η κατασκευή τέτοιων κτιρίων ενώ αναφέρεται κατά κόρον και ο κίνδυνος της περαιτέρω «τσιμεντοποίησης» του λεκανοπεδίου.Posted Image
Δεύτερον, σχετίζεται με τη σεισμικότητα του Αττικού εδάφους όπου στην περίπτωση ενός μεγάλου σεισμού η διακινδυνευμένη κατάρρευση ενός τέτοιου οικοδομήματος θα δημιουργούσε εκατόμβες ή και χιλιάδες νεκρών που μπροστά τους σε σύγκριση, ο σεισμός του Σεπτεμβρίου 1999 θα αποτελούσε ένα απλό σκούντημα. Μιλάμε δηλαδή για γεγονός ανάλογης σοβαρότητας με την 11η Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη, αλλά αυτή τη φορά προερχόμενο από φυσικά αίτια.

Τρίτον, τα ψηλά κτίρια εμφανίστηκαν μαζικά στην Αθήνα κατά την περίοδο της δικτατορίας βάσει του νόμου Α.Ν. 395/68 «περί ελευθέρας δομήσεως» οπότε η ανέγερση παρομοίου ύψους κτιρίων θα ανέσυρε άσχημες μνήμες και ιδίως στην περίπτωση της ανέγερσης πραγματικά μεγάλων και κυρίως ψηλών συγκροτημάτων γραφείων εταιριών (η πιθανότερη χρήση τους) αυτά θα αποτελούσαν και μεγαλομανή καπιταλιστικά σύμβολα τα οποία θα δημιουργούσαν την εικόνα μιας πόλης που βάζει την οικονομία πάνω από τον άνθρωπο και το περιβάλλον.

Πράγματι, αν επιχειρούσαμε μια ιστορική αναδρομή θα διαπιστώναμε ότι εκτός από τις πρώτες μεμονωμένες προσπάθειες κτιρίων που χτίστηκαν πριν τη δικτατορία όπως το ξενοδοχείο «Χίλτον» ή το ημιτελές κτίριο του Ερυθρου Σταυρού στη Λ. Μεσογείων το οποίο κατεδαφίστηκε το 1996, η συντριπτική πλειοψηφία των ψηλών κτιρίων στην Ελλάδα (συμπεριλαμβανομένου και του ψηλότερου, του γνωστού «Πύργου των Αθηνών») χτίστηκαν επί δικτατορίας ή λίγο αργότερα αλλά με άδειες που δόθηκαν επί δικτατορίας, και φυσικά, αυτό ήταν αρκετό στις ιδεολογικά φορτισμένες εκείνες εποχές να σημαδέψει ανεξίτηλα την ιδέα του ψηλού κτιρίου, σε συνδυασμό και με τους δυο προηγούμενους παράγοντες που εξετάσαμε.

Επιπρόσθετα αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός από τα γνωστά ψηλά κτίρια της Αθήνας (πχ. Πύργος Αθηνών, Διοικητικό Μέγαρο ΟΤΕ και Πύργος Ατρίνα στο Μαρούσι, Πύργος Πειραιά που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε, κλπ) ένας μεγάλος αριθμός είναι απλά ψηλές (και άσχημες στην πλειοψηφία τους) πολυκατοικίες των 12-18 ορόφων που βρίσκονται στην κυριολεξία «χαμένες» στον αστικό ιστό της πρωτεύουσας. Ίσως ένας λόγος που η κοινή γνώμη αντιπάθησε τα ψηλά κτίρια να ήταν και αυτή η απρογραμμάτιστη κατασκευή τους πολλές φορές «κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων» σύμφωνα με τη φρασεολογία της εποχής, σε γειτονιές όπου ο κόσμος απλά δεν ήταν έτοιμος να τις δεχθεί.

Οπότε, φαίνεται σαν φυσική κατάληξη η απαγόρευση ανέγερσης ψηλών κτιρίων τα χρόνια της μεταπολίτευσης (που αντικατόπτριζε και την τότε κυρίαρχη ιδεολογία σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο) με ανώτατο όριο, πρώτα στα 35 μέτρα (ρυθμιστικό σχέδιο του 1985) και μετά στα 27 και υπό αυστηρότατες προϋποθέσεις. Επιπλέον, την ίδια περίοδο αλλά και μεταγενέστερα, παρατηρούνταν επιθέσεις ακόμα και εναντίον των λίγων έστω ποιοτικών ψηλών κτιρίων που είχαν κτιστεί (πχ Πύργος Αθηνών), χαρακτηρίζοντας τα «καπιταλιστικά σύμβολα», «ασύμβατα με τις κλίμακες του Αττικού τοπίου», κλπ κλπ. Μάλιστα, δεκαετίες μετά, δεν γλίτωσε ούτε το ανακαινισμένο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας το οποίο μας ξελάσπωσε στους Ολυμπιακούς Αγώνες αλλά άκουσε και αυτό τα… σχολιανά του (»φαραωνικό» και «περιττά ανούσιο μέσα στο γιγαντισμό του») από τους παραδοσιακούς αμύντορες του Αττικού τοπίου.
Posted Image
Η Κωνσταντινούπολη έχει τέσσερις περιοχές ανέγερσης ψηλών κτιρίων όπου κυρίως η λεωφόρος Buyukdere και οι περιοχές Levent και Μaslak

Τι έγινε όμως στην υπόλοιπη Ευρώπη (πράγμα που συστηματικά αποσιωπείται); Μα εκεί ακολούθησαν την πιο συνετή οδό η όποία διαφύλαξε μεν τις παραδοσιακές περιοχές (που εμείς εδώ δεν παρά τη μονομανία μας κατά του ύψους) αλλά ταυτόχρονα επέτρεψε στις πόλεις τους να δημιουργήσουν και ένα μοντέρνο τμήμα το οποίο απλά διατυμπανίζει στον υπόλοιπο κόσμο «ναι μεν διατηρούμε την παράδοση αλλά και ταυτόχρονα εξελισσόμαστε». Το κλασσικότερο παράδειγμα επιτυχημένης ανάπτυξης προς τα πάνω αποτελεί το Παρίσι όπου οι ουρανοξύστες χτίστηκαν σε δυο-τρεις περιοχές κυρίως με χαρακτηριστικότερη εκείνη της La Defence η οποία αποτελεί πανθομολογούμενα ένα αρχιτεκτονικό επίτευγμα. Αλλά να ήταν μόνο το Παρίσι

Στο Λονδίνο υπάρχουν οι περιοχές του City και του Canary Wharf. Στη Φρανκφούρτη που είναι παραδοσιακή Γερμανική πόλη, όλο το κέντρο της έχει ουρανοξύστες. Ουρανοξύστες έχουν χτιστεί και σε άλλες ιστορικές πόλεις που δεν θα το περίμενε ο μέσος Έλληνας, όπως στη Βιέννη (Περιοχές Donau city και Wieneberg), στη Μαδρίτη (Azka), Νάπολη (Διοικητικό κέντρο Νάπολης), Λισσαβόνα (Parque das Nacoes). Αφήνοντας το καλύτερο για το τέλος, το… αντίπαλο δέος μας η Κωνσταντινούπολη έχει τέσσερις περιοχές ανέγερσης ψηλών κτιρίων όπου κυρίως η λεωφόρος Buyukdere και οι περιοχές Levent και Μaslak συνιστούν μια εικόνα που βρίσκεται κυριολεκτικά έτη φωτός μπροστά από ότι φανταζόμαστε για την Τουρκία, συγκρινόμενη ακόμα και με τις λεωφόρους «υψηλής» προβολής της Αθήνας όπως είναι πχ οι Λ. Κηφισίας, Συγγρού, κλπ.


Και ξέρετε και κάτι άλλο; Ακόμα και τα Τίρανα μεταμορφώνονται χάρη στο χαρισματικό δήμαρχο τους και φυσικά η κατασκευή αρκετά ποιοτικών «ψηλούτσικων» κτιρίων (15 και 20 όροφοι) είναι στην ημερήσια διάταξη.

Γνώμη λοιπόν του γράφοντος αλλά και πολλών άλλων όπως διαπιστώνεται και από τις σχετικές δημοσιεύσεις στο διαδίκτυο, είναι ότι είναι καιρός πλέον να γίνει μια με σύγχρονο πνεύμα επανεξέταση και αναθεώρηση της απόλυτης και ασυζητητί απαγόρευσης της ανέγερσης πραγματικά ψηλών κτιρίων σε μια (επιθυμητή) μητρόπολη και «Ολυμπιακή πόλη» πέντε εκατομμυρίων κατοίκων. Και λέμε «πραγματικά ψηλών» γιατί, μπορεί οι κακομούτσουνες εξαώροφες πολυκατοικίες του Αθηναϊκού κέντρου να αποκαλούνται «μεγαθήρια», και να μοιάζουν ιδίως έτσι όπως είναι στριμωγμένες με το ολέθριο σύστημα της συνεχούς δομήσεως στα στενά δρομάκια, αλλά για τα διεθνή μέτρα και σταθμά, και σε αναλογία πάντα με το μέγεθος της Αθήνας το ύψος τους είναι στην κυριολεξία «μικρομεσαίο».
Τα καλής κατασκευής ψηλά κτίρια του Λος Άντζελες αλλά και του Τόκιο όπως και άλλων πόλεων σε περιοχές με ισχυρούς σεισμούς αντέχουν αποδεδειγμένα πολύ περισσότερο από άλλα χαμηλότερα αμφιβόλων προδιαγραφών

Όσον αφορά τους σεισμούς, οι σχετικοί φόβοι είναι τουλάχιστον αβάσιμοι εφόσον τα καλής κατασκευής ψηλά κτίρια του Λος Άντζελες αλλά και του Τόκιο όπως και άλλων πόλεων σε περιοχές με ισχυρούς σεισμούς αντέχουν αποδεδειγμένα πολύ περισσότερο από άλλα χαμηλότερα αμφιβόλων προδιαγραφών. Σχετικά δε με τις «κλίμακες» του Αττικού τοπίου, φυσικά και δεν θα χτιστούν τέτοια κτίρια δίπλα από την Ακρόπολη, ούτε και στην υπόλοιπη κεντρική Αθήνα. Η μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας όμως είναι στην ουσία μια γκρίζα τσιμεντένια «σούπα» που εκτείνεται πολύ πέρα από τα «ιστορικά» όρια της πόλης, από το Καπανδρίτι μέχρι το Φάληρο και από την Βουλιαγμένη μέχρι την Ελευσίνα, οπότε για ποιες «κλίμακες» μιλάμε;

Τώρα όσον αφορά φυσικά τις σχεδόν φαιδρές αιτιάσεις για την ανάμνηση της δικτατορίας ή τις πιο σοβαρές για το ότι θα αλλάξει η φυσιογνωμία (κάποιου σημείου και όχι του ιστορικού τμήματος) της πόλης με τους καπιταλιστικούς ουρανοξύστες, επιτέλους, γιατί πρέπει να λείπουν από την Αθήνα κάποια καλής ποιότητας σύμβολα οικονομικής ανάπτυξης; Ντροπή είναι;

Τι θα ενοχλούσε άραγε αν κάποια ψηλά κτίρια γραφείων με πολλούς άνετους και καταπράσινους ελεύθερους χώρους μεταξύ τους κατασκευάζονταν στο Μαρούσι, στο ύψος της Αττικής οδού; Στις προσόψεις των μεγάλων λεωφόρων εκτός κέντρου; Η γιατί να μη χτιστούν ουρανοξύστες στον Ελαιώνα ο οποίος προορίζεται λένε- για νέο επιχειρηματικό κέντρο της Αθήνας και όπου μάλιστα χτίζεται ήδη το νέο κτίριο του χρηματιστηρίου, χώρια το γήπεδο του Παναθηναϊκού που έχει προγραμματιστεί; Κτίρια που αντί να είναι τσιμεντένια κουτιά θα θυμίζουν τους εντυπωσιακότατους και υψηλής αισθητικής πύργους σε σχήμα φύλλων ελιάς που πρόσφατα πρότεινε ο δικός μας παρακαλώ Αρχιτέκτονας Μανώλης Αναστασάκης (και όχι κάποιος ξένος και ακριβοπληρωμένος «star») για την περιοχή του Ελαιώνα;

Δόξα τω Θεώ, θέληση και ευνομία να υπάρχει και ήδη υπάρχουν άφθονοι χαρακτηρισμένοι υποψήφιοι χώροι πράσίνου. Ελληνικό, αλλά και τμήμα του Ελαιώνα αν το θελήσουμε, μπορούν να «βγάλουν» συνολικά πάνω από 10,000 στρέμματα πρασίνου (!!!) για να υπερκαλύψουν οποιαδήποτε υποτιθέμενη απώλεια ελευθέρων χώρων. Με το να μη γίνουν δέκα-είκοσι αραιά κτισμένα και καλοσχεδιασμένα ψηλά κτίρια εκτός κέντρου θα γλιτώσουμε; Κτίρια με όλες τους τις υποδομές (πάρκινγκ, πράσινο, συγκοινωνιακή σύνδεση) από την αρχή σωστά σχεδιασμένες που θα μας βάλουν στο διεθνή μητροπολιτικό χάρτη, πηγές μιας νέας αστικής υπαρηφάνειας που τόσο μας λείπει και τη βιώσαμε ήδη μια φορά με την εικόνα του ΟΑΚΑ στην τελετη έναρξης των Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας;
«Πάν μέτρον άριστον» όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, οι οποίοι όμως μίλησαν για «μέτρον» και όχι για «μετριότητα»
  Posted Image

Βέβαια, μπορούμε αν θέλουμε να επιλέξουμε να παραμείνουμε στην εσωστρέφεια μας όπως αυτή μας επιβάλλεται από τη μίζερη τηλεοπτική πλύση εγκεφάλου των ειδήσεων των οκτώ. Τότε όμως ας ξεχάσουμε τα όσα έχουν ακουστεί για «οικονομική μητρόπολη των Βαλκανίων» όσον αφορά την Αθήνα, εφόσον οι ουρανοξύστες μαζί με τις μητροπολιτικές συγκοινωνίες (τις οποίες επιτέλους αποκτήσαμε και επεκτείνουμε) αποτελούν «εκ των ουκ άνευ» γνωρίσματα των σύγχρονων οικονομικών και πολιτισμικών κέντρων του πλανήτη μας. Στο κάτω-κάτω τα Τίρανα, το Βελιγράδι και η Σόφια όπως έχουν δείξει, επιθυμούν διακαώς να αναλάβουν αυτό το ρόλο, χωρίς νομικές ασάφειες, καυγάδες και κρυφτούλι μεταξύ κράτους, πολιτών και κατασκευαστών.

Και τέλος, μήπως στην Αθήνα υπάρχει κόσμος που δεν ακούγεται πουθενά και που έκτός από τις γνωστές και κλασσικές ομορφιές της Αθήνας μας θα ήθελε βρε αδερφέ να δει και κάτι άλλο πιο σύγχρονο και πιο νεωτερικό που να αρμόζει στην εικόνα μιας σύγχρονης μητρόπολης; Μήπως τελικά όλα χρειάζονται και ναι μεν «πάν μέτρον άριστον» όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, οι οποίοι όμως μίλησαν για «μέτρον» και όχι για «μετριότητα»; Στο κάτω-κάτω εκείνοι δεν έκαναν πρώτη, την μέγιστη υπέρβαση στο τότε «Αττικό τοπίο» όπου με τα μέσα εκείνης της εποχής μεταμόρφωσαν τον μετέπειτα Ιερό Βράχο ένα κοινό λόφο- στο θαύμα που όλοι ξέρουμε;

Μήπως ήρθε η ώρα να πάμε και ψηλότερα;

(Το κείμενο γράφτηκε απο τον Γρηγόρη Μαλούκο το 2006)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου